- Μερόπης
- Μερόπηfem gen sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Άνω Πωγωνίου, δήμος — Νέος δήμος (1.663 κάτ.) του νομού Ιωαννίνων, που συστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από τις πρώην κοινότητες Αγίου Κοσμά, Βασιλικού, Κακολάκκου, Κάτω Μερόπης, Κεφαλοβρύσου, Μερόπης, Παλαιοπύργου, Ρουψιάς και Ωραιοκάστρου, οι… … Dictionary of Greek
γλαυκός — I Ονομασία διαφόρων ποταμών της αρχαιότητας. 1. Ποταμός της Αχαΐας, που πήγαζε από τις πλαγιές του Παναχαϊκού και εξέρεε στα νότια της Πάτρας. Ταυτίζεται με τον ομώνυμο σημερινό ποταμό, τον γνωστό και με την ονομασία Λέκας. 2. Μικρός ποταμός της… … Dictionary of Greek
γλαύκος — I Ονομασία διαφόρων ποταμών της αρχαιότητας. 1. Ποταμός της Αχαΐας, που πήγαζε από τις πλαγιές του Παναχαϊκού και εξέρεε στα νότια της Πάτρας. Ταυτίζεται με τον ομώνυμο σημερινό ποταμό, τον γνωστό και με την ονομασία Λέκας. 2. Μικρός ποταμός της… … Dictionary of Greek
Κλυτία — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Ωκεανίδα, που ερωτεύτηκε τον Ήλιο. Εκείνος, όμως, προτίμησε την αδελφή της, Λευκοθέα, και μεταμόρφωσε την Κ. στο άνθος ηλιοτρόπιο, που στρέφει διαρκώς τη στεφάνη του προς τον Ήλιο. 2. Κόρη του Πανδάρεω και αδελφή… … Dictionary of Greek
Κρεσφόντης ή Κρεοφόντης — Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν γιος του Ηρακλείδη Αριστόμαχου, εγγονός του Κλεοδαίου και δισέγγονος του Ύλλου, ένας από τους Δωριείς κατακτητές της Πελοποννήσου. Σύμφωνα με την παράδοση, μετά την κατάληψη της Πελοποννήσου και αφού οι Δωριείς διένειμαν… … Dictionary of Greek
Πλειάδες ή Πούλια — (Αστρον.). Αστρικό άθροισμα στον αστερισμό του Ταύρου, που αποτελείται από σημαντικό πλήθος αστέρων. Ένας παρατηρητής με κανονική όραση μπορεί να διακρίνει έξι, ο Οβίδιος όμως αναφέρει ήδη την παρουσία έβδομου αστέρα. Ένα άτομο με οξεία όραση… … Dictionary of Greek
Σοφοκλής — I Αρχαίος Έλληνας τραγικός (Αθήνα 496 406 π.Χ.). Γιος ενός οπλοποιού, το 480 ήταν επικεφαλής του νικητήριου χορού των εφήβων κατά τον εορτασμό της νίκης της Σαλαμίνας. Το 468 σημείωσε την πρώτη νίκη στους δραματικούς αγώνες νικώντας τον Αισχύλο… … Dictionary of Greek
Τύμφη — Οροσειρά της Ηπείρου, ύψους 2.497 μ. Εκτείνεται στο έδαφος του νομού Ιωαννίνων και αποτελεί ΝΔ συνέχεια του όρους Δούσκου ή Μερόπης. Οι άδενδρες και απότομες πλαγιές της διαμελίζονται βαθιά από φαράγγια, ανάμεσα στα οποία και το φαράγγι του Βίκου … Dictionary of Greek